211 800 5006
info@germanos.parts
Δευ. - Παρ. 09:00 - 16:00

κάμπερ: η γωνία που σχηματίζεται ανάμεσα στο επίπεδο που ορίζει ο τροχός και την κατακόρυφο. Η γωνία κάμπερ είναι θετική όταν το πάνω μέρος του ελαστικού βρίσκεται πιο έξω από το κάτω μέρος του και αρνητική όταν συμβαίνει το αντίθετο. Επηρεάζει την κατανομή των δυνάμεων που ασκούνται στο πέλμα του τροχού από το δρόμο, παίζοντας έτσι σημαντικό ρόλο στην πρόσφυση. Τα σύγχρονα αυτοκίνητα συνήθως έχουν ελαφρά αρνητικά κάμπερ, ανεξάρτητα από τον τύπο ελαστικών που φορούν.

καμπριολέ: ένα αυτοκίνητο με αναδιπλούμενη σκεπή.

καμπύλες απόδοσης: συνήθως ονομάζονται έτσι οι καμπύλες ιπποδύναμης και ροπής. Μας δίνουν τη δυνατότητα να δούμε τη συμπεριφορά ενός κινητήρα σε όλο το φάσμα των στροφών λειτουργίας του, τις μέγιστες τιμές ισχύος και ροπής, καθώς τις στροφές στις οποίες αποδίδονται. Μέσα απ‘ αυτές, έμπειροι τεχνικοί μπορούν να διαγνώσουν ενδεχόμενα προβλήματα στη λειτουργία του κινητήρα και να τα εξαλείφουν.

καρμπυρατέρ: αλλιώς εξαερωτήρας ή αναμικτήρας. Το απλούστερο μηχανικό σύστημα τροφοδοσίας. Τα κύρια μέρη του είναι το δοχείο στάθμης βενζίνης, ο σωλήνας Βεντούρι, η πεταλούδα του γκαζιού και το ακροφύσιο. Το δοχείο περιέχει βενζίνη και με τη βοήθεια ενός φλοτέρ και μιας βελονοειδούς βαλβίδας διατηρεί σταθερή τη στάθμη της σταθερή. Μέσω του ακροφυσίου (ζιγκλέρ), το δοχείο επικοινωνεί με τη χοάνη του καρμπυρατέρ και συγκεκριμένα με το σωλήνα Βεντούρι. Ο αέρας που εισέρχεται στο καρμπυρατέρ, περνώντας μέσα από το σωλήνα Βεντούρι, δημιουργεί υποπίεση στο δοχείο σταθερής στάθμης, με αποτέλεσμα την αναρρόφηση της βενζίνης και την εξαέρωσή της. Η εξαερωμένη βενζίνη παρασύρεται, αναμειγνύεται με τον αέρα και προωθείται στους αυλούς εισαγωγής και στη συνέχεια στους κυλίνδρους. Τα τελευταία χρόνια το καρμπυρατέρ έχει εκτοπιστεί πλήρως από τα συστήματα ψεκασμού, στους καταλυτικούς κινητήρες, εξαιτίας της αδυναμίας του να ρυθμίζει με ακρίβεια το συντελεστή «λ», του λόγου της χρησιμοποιούμενης ποσότητας αέρα προς τη θεωρητικά ελάχιστη απαιτούμενη, για την πλήρη καύση μιας συγκεκριμένης ποσότητας καυσίμου.

κάρτερ: το κατώτερο μέρος του κινητήρα, κάτω από το στροφαλοφόρο άξονα. Στο χώρο αυτό συγκεντρώνεται το λιπαντικό και στη συνέχεια αναρροφάται από την αντλία λαδιού, προκειμένου να φτάσει στα σημεία του κινητήρα που απαιτούν λίπανση.

κάστερ: η γωνία ανάμεσα στον άξονα, γύρω από τον οποίο στρέφεται ο τροχός όταν στρίβουμε το τιμόνι, και της κατακόρυφης διεύθυνσης. Μεγάλη γωνία κάστερ σημαίνει κατά κανόνα δυνατή επαναφορά του τιμονιού και σταθερότητα του αυτοκινήτου και σταθερότητα του αυτοκινήτου στην ευθεία, αλλά από την άλλη μεριά σημαίνει βαρύτερο τιμόνι και μικρότερη ευελιξία. H γωνία ανάμεσα στην κατακόρυφο διεύθυνση και τη διεύθυνση του «βασιλικού πείρου» (δηλαδή του άξονα περί τον οποίο στρέφεται ο τροχός αλλάζοντας διεύθυνση όταν στρίβουμε το τιμόνι).

καταλυτικός μετατροπέας: κοινώς καταλύτης. Μικρό δοχείο, κατασκευασμένο από υψηλής ποιότητας ανοξείδωτο χάλυβα, που στην προσαρμόζεται στην εξάτμιση. Στο εσωτερικό του, περιέχει πλέγμα καλυμμένο από στρώματα ροδίου, παλλαδίου και λευκόχρυσου (πλατίνας). Έχει την ιδιότητα να διευκολύνει και να επιταχύνει τις χημικές αντιδράσεις που μετατρέπουν τα βλαβερά προϊόντα της καύσης σε λιγότερο βλαβερές ουσίες. Ο τύπος του καταλύτη που έχει επικρατήσει είναι ο τριοδικός, δηλαδή αυτός που έχει την ιδιότητα να μειώνει τις εκπομπές οξειδίων του αζώτου, μονοξειδίου του άνθρακα και υδρογονανθράκων, των τριών βασικότερων ρύπων που ελκύουν οι βενζινοκινητήρες. Για τη σωστή λειτουργία του, απαιτείται μεγάλη ακρίβεια στον έλεγχο της διαδικασίας της καύσης, καθώς τα υλικά που περιέχει είναι πολύ ευαίσθητα και είναι πολύ εύκολο να χάσουν τις καταλυτικές τους ιδιότητες. Σε καταλυτικούς κινητήρες απαγορεύεται η χρησιμοποίηση βενζίνης με μόλυβδο που δηλητηριάζει τον καταλύτη, καθιστώντας τον ανενεργό.

κατανάλωση καυσίμου: βλέπε ECE.

κατανεμητής πίεσης: διάταξη που επιτρέπει τη ρύθμιση του ποσοστού της δύναμης πέδησης που ασκείται στους εμπρός και τους πίσω τροχούς ώστε να είναι ανάλογη της πρόσφυσής τους κατά τη διάρκεια του φρεναρίσματος. Οι κατανεμητές πίεσης είναι ρυθμισμένοι έτσι ώστε το μεγαλύτερο ποσοστό της δύναμης πέδησης να ασκείται πάντα στους εμπρός τροχούς. Σε αγωνιστικά αυτοκίνητα (group Α) τοποθετούνται κατανεμητές πίεσης, που επιτρέπουν στον οδηγό να ρυθμίζει ανά πάσα στιγμή το ποσοστό της δύναμης πέδησης εμπρός-πίσω, ανάλογα με τις συνθήκες και το στιλ οδήγησης.

κατανομή πίεσης (στα φρένα): η κατανομή της πίεσης του συστήματος πέδησης στους εμπρός και πίσω τροχούς. Για καλύτερο φρενάρισμα πρέπει η κατανομή της πίεσης να ανταποκρίνεται στην πρόσφυση που έχουν οι τροχοί κατά το φρενάρισμα.

καύσιμο μίγμα: το μίγμα αέρα καυσίμου που εισέρχεται και καίγεται στο θάλαμο καύσης του κινητήρα. Ανάλογα με την αναλογία αέρα καυσίμου, το καύσιμο μίγμα διακρίνεται σε φτωχό (λόγος αέρα καυσίμου περίπου 15 :1) και πλούσιο (λόγος αέρας καυσίμου μικρότερος από 15 :1).

κέβλαρ (kevlar): πολυμερές υλικό, που ανήκει στην κατηγορία χημικών ενώσεων που ονομάζονται αραμίδια. Έχει τη δυνατότητα να σχηματίζει ίνες, με μεγάλη αντοχή σε υψηλές θερμοκρασίες και μικρό βάρος. Χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με ίνες άνθρακα (carbon fiber) σε περιπτώσεις που κύριο μέλημά μας είναι η επίτευξη μικρού βάρους. Βρίσκει μεγάλη εφαρμογή στην κατασκευή πλαισίων για τα μονοθέσια της F1. Η διαδικασία παραγωγής που απαιτεί συγκεκριμένες συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης. Εύκαμπτο, ελαφρύ και ανθεκτικό υλικό που παράγει η Du Pont και το οποίο σε συνδυασμό με ειδικές ρητίνες μας δίνει ένα ισχυρό συνθετικό υλικό για την κατασκευή μερών του αμαξώματος.

κέντρο βάρους: το νοητό σημείο στο οποίο αν στηρίξουμε ένα αντικείμενο (ή αν το κρεμάσουμε) τότε το αντικείμενο θα ισορροπεί όπως και αν το στρέψουμε γύρω από αυτό το σημείο. Πρόκειται για το σημείο εφαρμογής της δύναμης του βάρους ενός σώματος.

κιβώτιο ταχυτήτων: σύμπλεγμα οδοντωτών τροχών (γραναζιών), που σκοπό έχει να προσαρμόζει τη ροπή και τις στροφές του κινητήρα στις ανάγκες της κίνησης. Επινοήθηκε με βάση το δεδομένο ότι οι βενζινοκινητήρες δεν έχουν σταθερή καμπύλη απόδοσης, για να δίνεται η δυνατότητα να λειτουργούν συνεχώς στην ωφέλιμη περιοχή στροφών τους. Συνήθως τα κιβώτια έχουν πέντε διαφορετικές σχέσεις υποπολλαπλασιασμού για την κίνηση προς τα εμπρός και μια για την κίνηση προς τα πίσω. Το κιβώτιο ταχυτήτων μπορεί να είναι χειροκίνητο ή αυτόματο. Παρεμβάλλεται ανάμεσα στο στροφαλοφόρο άξονα και το διαφορικό.

κιβώτιο ταχυτήτων σειριακό: κιβώτιο ταχυτήτων, στο οποίο οι σχέσεις δεν διατάσσονται στο κλασικό «Η», προσεγγίζοντας τη φιλοσοφία αλλαγής ταχυτήτων των μοτοσυκλετών. Ο μοχλός ταχυτήτων μετακινείται μόνο εμπρός-πίσω κι όχι αριστερά-δεξιά. Όταν κινείται προς τα πίσω επιλέγεται η αμέσως επόμενη σχέση, ενώ όταν κινείται προς τα εμπρός επιλέγεται η προηγούμενη. Με τον τρόπο αυτόν, ο χρόνος που διαρκεί η αλλαγή ταχύτητας μειώνεται στο μισό.

κικ νταουν (kickdown): το «κατέβασμα» ταχύτητας στα αυτόματα κιβώτια, που επιτυγχάνεται με βαθύ πάτημα του γκαζιού.

κινητήρας ατμοσφαιρικός: κινητήρας εσωτερικής καύσης, στον οποίο η πίεση εισαγωγής του αέρα που χρησιμοποιείται για την καύση δεν υπερβαίνει την ατμοσφαιρική. Γενικά σαν ατμοσφαιρικοί χαρακτηρίζονται όλοι οι κινητήρες που δεν χρησιμοποιούν κάποιο σύστημα υπερτροφοδότησης (τούρμπο ή μηχανικό συμπιεστή).

κινητήρας βανκελ: περιστροφικός κινητήρας από το όνομα του Φέλιξ Βάνκελ που τον εφεύρε. Αποτελείται από ένα τριγωνικό δισκοειδές έμβολο, που έχει τη δυνατότητα να κινείται έκκεντρα μέσα σ ‘ένα κέλυφος ανάλογης μορφής (επιτροχοειδής δίβολος), σχηματίζοντας μ ‘αυτόν τον τρόπο τρεις χώρους μεταβαλλόμενου μεγέθους. Κινηματικά και δυναμικά, ο κινητήρας Wankel είναι πολύ απλός, εξασφαλίζοντας πλήρη και εύκολη ζυγοστάθμιση των κινουμένων μερών του. Επίσης παρουσιάζει μεγαλύτερη συγκέντρωση ισχύος σε σχέση με τους συμβατικούς Otto, καθώς και μικρότερο όγκο και βάρος. Βασικά του μειονεκτήματα είναι το πρόβλημα της στεγανότητας στα σημεία επαφής του εμβόλου με το κέλυφος (που οδηγεί αναγκαστικά σε χαμηλούς βαθμούς συμπίεσης), η υψηλή του κατανάλωση και οι θερμικές καταπονήσεις του εμβόλου και του κελύφους γύρω από τη θέση του σπινθηριστή.

κόκκινο (στροφών): η περιοχή στροφών πάνω από τη μέγιστη επιτρεπόμενη συνεχή ταχύτητα περιστροφής ενός κινητήρα εσωτερικής καύσης. Η ονομασία προέρχεται από την κόκκινη γραμμή που οριοθετεί την περιοχή συνεχούς λειτουργίας, στα στροφόμετρα των αυτοκινήτων.

κολώνα a (a-pillar): έτσι λέγονται οι κολώνες που βρίσκονται δεξιά και αριστερά από το παρμπρίζ.

κολώνα b (b-pillar): έτσι λέγονται οι κολώνες που βρίσκονται ανάμεσα στα εμπρός και πίσω παράθυρα των πλευρών ενός αυτοκινήτου.

κολώνα c (c-pillar): έτσι λέγονται οι κολώνες που βρίσκονται ανάμεσα στο τελευταίο πλευρικό παράθυρο και το πίσω παρμπρίζ ενός αυτοκινήτου. Σε αυτοκίνητα με τρία πλευρικά παράθυρα αυτές οι κολώνες λέγονται και κολώνες D.

κολώνες: τα μεταλλικά μέρη που ενώνουν τη σκεπή με το υπόλοιπο αμάξωμα του αυτοκινήτου. Ανάλογα με το σημείο στο οποίο βρίσκονται, διακρίνονται σε δύο κολόνες Α,Β και C. Κολόνα Α ονομάζεται αυτή που βρίσκεται στο ύψος του εμπρός παρμπρίζ, κολόνα Β αυτή που βρίσκεται στο μέσο του αυτοκινήτου και κολόνα C αυτή που βρίσκεται στο ύψος του πίσω παρμπρίζ.

κουζινέτα βάσης: τα έδρανα στον κορμό του κινητήρα που στηρίζουν τον στροφαλοφόρο άξονα.

κουπέ: ονομασία που προέρχεται από τη γαλλική λέξη coupe, που σημαίνει κομμένο. Πρόκειται για αυτοκίνητα βασισμένα συνήθως σε αντίστοιχα οικογενειακά μοντέλα, με διαφοροποιημένο αμάξωμα (κυρίως στο πίσω μέρος τους και ειδικά στη σκεπή) προς το κομψότερο και πιο αεροδυναμικό. Είναι αυστηρά δίπορτα και απευθύνονται συνήθως σε νεανικότερο κοινό απ‘ ότι τα αντίστοιχα οικογενειακά. Σύμφωνα με την SAE είναι είδος κλειστού δίθυρου αυτοκινήτου με λιγότερα από 33 κυβικά πόδια εσωτερικό χώρο. Γι’ αυτό δεν είναι όλα τα δίθυρα αμαξώματα κουπέ.

κόφτης (στροφών): σύστημα που εμποδίζει την άνοδο των στροφών πάνω από κάποιο όριο, για λόγους προστασίας του κινητήρα. Επεμβαίνει στο σύστημα ανάφλεξης, διακόπτοντας την παροχή ρεύματος στα μπουζί, ή στο σύστημα τροφοδοσίας, κόβοντας την παροχή καυσίμου προς τους κυλίνδρους. Μόλις οι στροφές πέσουν, έστω και ελάχιστα, η λειτουργία του κινητήρα αποκαθίσταται. Συνήθως ο «κόφτης» επεμβαίνει σε στροφές λίγο παραπάνω από το κόκκινο.

κρας μποξ (crash box): πλαίσιο πρόσκρουσης που βρίσκεται ανάμεσα στα εγκάρσια στοιχεία του προφυλακτήρα και το αμάξωμα. Το προκαθορισμένο σχήμα του βοηθά στην πρόληψη των δαπανηρών ζημιών στα εξαρτήματα στήριξης. Τα βιδωμένα πλαίσια πρόσκρουσης αντικαθίστανται εύκολα και οικονομικά.

κράτημα: γενικός όρος που περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη συμπεριφορά ενός αυτοκινήτου στο δρόμο και τη δυνατότητα ελέγχου του αυτοκινήτου.

κρεμαγιέρα: μηχανισμός συστήματος διεύθυνσης. Αποτελείται από ένα γρανάζι που συνεργάζεται με οδοντωτό κανόνα , ο οποίος έχει τη δυνατότητα να μετακινείται δεξιά αριστερά. Η κίνηση αυτή μεταδίδεται στους τροχούς με τη βοήθεια ράβδων (βλέπε ακρόμπαρα), που ενώνουν την κρεμαγιέρα με τις πλήμνες των τροχών. Σύστημα απλό και οικονομικό στην κατασκευή του, με μικρό βάρος και πολύ καλή απόκριση, σε σύγκριση με τον ατέρμονα κοχλία. Στις μέρες μας, έχει αντικαταστήσει πλήρως τον ατέρμονα.

κυλινδροκεφαλή: το τμήμα του κινητήρα που βρίσκεται πάνω από το μπλοκ των κυλίνδρων. Κατασκευάζεται συνήθως από αλουμίνιο (και σπάνια από χυτοσίδηρο) και περιλαμβάνει τους θαλάμους καύσης και τους αυλούς εισαγωγής και εξαγωγής. Πάνω της στηρίζονται ο εκκεντροφόρος το σύστημα κίνησης των βαλβίδων και τα μπουζί. Επειδή σ ‘αυτό ακριβώς το σημείο του κινητήρα οι θερμοκρασίες που αναπτύσσονται είναι πάρα πολύ μεγάλες, μέσα στην κυλινδροκεφαλή υπάρχουν δίοδοι λαδιού και ψυκτικού υγρού. Ενώνεται με το μπλοκ των κυλίνδρων με μακριές βίδες και στην επιφάνεια επαφής χρησιμοποιείται στεγανοποιητικό υλικό (φλάντζα).

κύλινδρος: η κυλινδρική κοιλότητα μέσα στην οποία κινούνται πάνω κάτω τα έμβολα. Οι κύλινδροι ενός κινητήρα είναι χυτευμένοι σε ένα ενιαίο μπλοκ, το υλικό του οποίου μπορεί να είναι είτε χυτοσίδηρος είτε αλουμίνιο. Στα σημεία επαφής του εμβόλου με τον κύλινδρο, το μέταλλο υφίσταται ειδική κατεργασία λείανσης, μες σκοπό να ελαχιστοποιηθούν οι τριβές κατά την λειτουργία του κινητήρα.

κυλινδροχιτώνιο: η κυλινδρική επιφάνεια μέσα στην οποία παλινδρομεί το έμβολο, εάν αυτή δεν αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του μπλοκ των κυλίνδρων. Χρησιμοποιείται και ο όρος «πουκάμισο».

κωνικά γρανάζια: γρανάζια που, χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση και τη μεταφορά ισχύος μεταξύ τεμνόμενων ατράκτων. Συνήθως τα κωνικά γρανάζια έχουν άξονες τεμνόμενους υπό γωνία 90°. Προορίζονται συνήθως για σχετικά μικρές ταχύτητες περιστροφής και η λειτουργία τους είναι περισσότερο θορυβώδης απ‘ αυτήν των κοινών γραναζιών. Στα αυτοκίνητα χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση της κίνησης από τον κινητήρα προς τους τροχούς. Κωνικά γρανάζια εικονίζονται στο σχήμα του κιβωτίου ταχυτήτων.